Τα κρουστά όργανα στην παραδοσιακή μουσική παίζουν καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση του ρυθμού και της συνολικής έκφρασης κάθε μουσικού ιδιώματος. Συνοδεύουν χορούς, τραγούδια και τελετουργικά, προσφέροντας ένταση, σταθερότητα αλλά και ζωντάνια στην εκτέλεση.
Ένα από τα πιο διαδεδομένα παραδοσιακά κρουστά είναι το νταούλι, ένα μεγάλο δίπλευρο τύμπανο που παίζεται με δύο μπαγκέτες – η μία πιο βαριά για τον δυνατό ήχο (μπάσο) και η άλλη πιο λεπτή για τις ελαφρές νότες. Το νταούλι συνοδεύει κυρίως χορούς και έχει έντονη παρουσία στη Μακεδονία, τη Θράκη, την Ήπειρο και άλλα μέρη της ηπειρωτικής Ελλάδας.
Το τουμπερλέκι ή τουμπί είναι μικρότερο, μονόπλευρο κρουστό, κυρίως από πηλό ή μέταλλο, που παίζεται με τα χέρια. Είναι ιδιαίτερα ευέλικτο και χρησιμοποιείται ευρέως στη νησιώτικη, μικρασιατική και λαϊκή μουσική, με χαρακτηριστικά γρήγορα ρυθμικά σχήματα και στολίσματα.
Η ζίλια (ή πιατάκια) και τα κουδούνια είναι μεταλλικά κρουστά που προσθέτουν λάμψη και ένταση σε χορευτικά κομμάτια. Συχνά χρησιμοποιούνται σε συνδυασμό με άλλα όργανα σε τοπικές πανηγυρικές μουσικές ή καρναβαλικές παραδόσεις.
Το ντέφι, παραδοσιακό κρουστό με ζίλια γύρω από τη στεφάνη του, συναντάται σε πολλά μέρη της Ελλάδας, ιδιαίτερα σε νησιώτικα και ανατολικής επιρροής ρεπερτόρια. Παίζεται με το ένα χέρι και προσφέρει ρυθμική υποστήριξη με πλούσιο ηχοχρώμα.
Σε κάποιες περιοχές συναντάμε και πιο ιδιόμορφα κρουστά, όπως ξύλινα ή μεταλλικά κουτάλια, κόκκαλα, ή ακόμα και αυτοσχέδια αντικείμενα που μετατρέπονται σε μουσικά εργαλεία, αποδεικνύοντας τη δημιουργικότητα των τοπικών κοινοτήτων.
Τα παραδοσιακά κρουστά δεν είναι μόνο ρυθμικά όργανα· μεταφέρουν τον παλμό κάθε κοινωνίας, συνοδεύουν τελετές, γιορτές και καθημερινές εκφράσεις ζωής. Με το χτύπημα, το τίναγμα ή την ανακίνηση τους, κρατούν ζωντανό τον ρυθμό της παράδοσης και τη διαχρονική σύνδεση της μουσικής με τον λαό και την ταυτότητά του.