Η διεύθυνση στην κλασική μουσική αποτελεί έναν από τους πιο σημαντικούς και πολυσύνθετους ρόλους στο πλαίσιο μιας μουσικής εκτέλεσης. Ο ρόλος του διευθυντή — είτε πρόκειται για διευθυντή ορχήστρας είτε για διευθυντή χορωδίας — είναι να καθοδηγεί το μουσικό σύνολο, να διασφαλίζει την ενότητα, την ακρίβεια και την εκφραστικότητα της ερμηνείας και να μεταφέρει τη μουσική πρόθεση του συνθέτη με σαφήνεια και καλλιτεχνική ευαισθησία.
Η διεύθυνση ορχήστρας περιλαμβάνει τον συντονισμό ενός μεγάλου συνόλου εγχόρδων, πνευστών, κρουστών και άλλων οργάνων. Ο αρχιμουσικός ή μαέστρος στέκεται στο αναλόγιο και χρησιμοποιεί μια μπαγκέτα ή μόνο τα χέρια του για να υποδείξει τον ρυθμό, τις δυναμικές, τις εισόδους και τη συνολική αίσθηση του έργου. Πέρα από τη σαφή καθοδήγηση κατά την εκτέλεση, η διεύθυνση απαιτεί και βαθιά μελέτη της παρτιτούρας, ερμηνευτικές αποφάσεις και επικοινωνία με τους μουσικούς κατά τις πρόβες, ώστε να δημιουργηθεί ένα ενιαίο καλλιτεχνικό αποτέλεσμα.
Αντίστοιχα, η διεύθυνση χορωδίας επικεντρώνεται στη φωνητική εκτέλεση, με ιδιαίτερη έμφαση στην αναπνοή, την άρθρωση, την ομοιογένεια του ήχου και την εκφραστική απόδοση των φωνητικών γραμμών. Ο χορωδός-μαέστρος καθοδηγεί τις διαφορετικές φωνές (σοπράνο, άλτο, τενόρο, μπάσο), φροντίζοντας για την ακρίβεια στο ύφος, τη σωστή εκφορά του λόγου και τη μουσική φραστικότητα. Συχνά, ο διευθυντής χορωδίας εργάζεται χωρίς τη χρήση μπαγκέτας, βασιζόμενος στις κινήσεις των χεριών και την εκφραστικότητα του προσώπου του.
Και στις δύο περιπτώσεις, η διεύθυνση δεν είναι μόνο τεχνική καθοδήγηση, αλλά και καλλιτεχνική ηγεσία. Ο διευθυντής λειτουργεί ως ο συνδετικός κρίκος ανάμεσα στον συνθέτη και το κοινό, μεταφράζοντας το γραπτό μουσικό κείμενο σε ζωντανή, συγκινητική εμπειρία. Μέσα από την ενέργεια, την ακρίβεια και το όραμά του, συμβάλλει καθοριστικά στην επιτυχία κάθε μουσικής εκτέλεσης.