Τα έγχορδα όργανα αποτελούν έναν από τους σημαντικότερους πυλώνες της κλασικής μουσικής, καθώς χαρακτηρίζονται από την πλούσια ηχητική τους παλέτα, τη δυνατότητα εκφραστικότητας και την ποικιλία ρόλων που μπορούν να αναλάβουν σε μία ορχήστρα ή σε ένα σύνολο μουσικής δωματίου. Ο όρος "έγχορδα" αναφέρεται στα μουσικά όργανα που παράγουν ήχο μέσω της δόνησης χορδών, οι οποίες μπορεί να τίθενται σε κίνηση με δοξάρι, με τα δάχτυλα ή με πένα.
Τα βασικά έγχορδα όργανα της συμφωνικής ορχήστρας είναι το βιολί, η βιόλα, το τσέλο και το κοντραμπάσο. Αυτά τα όργανα αποτελούν την "οικογένεια των εγχόρδων με δοξάρι". Το βιολί, το μικρότερο σε μέγεθος και με την πιο υψηλή έκταση, έχει έναν λαμπερό και ευέλικτο ήχο και συνήθως αναλαμβάνει μελωδικούς ρόλους. Η βιόλα, ελαφρώς μεγαλύτερη, έχει πιο ζεστό και σκοτεινό ηχόχρωμα και συχνά γεφυρώνει τη μελωδία του βιολιού με τη βαρύτητα του τσέλου. Το τσέλο διαθέτει βαθύ, εκφραστικό ήχο και είναι ικανό να εκτελεί τόσο μελωδικά όσο και συνοδευτικά μέρη. Το κοντραμπάσο, το μεγαλύτερο από όλα, παρέχει τη θεμελίωση της αρμονίας με τις χαμηλές του νότες.
Η άρπα είναι ένα ξεχωριστό έγχορδο όργανο, με έναν χαρακτηριστικό αιθέριο και λαμπερό ήχο. Οι χορδές της παίζονται με τα δάχτυλα, και το ρεπερτόριό της κυμαίνεται από σόλο έργα έως συμφωνικά αποσπάσματα. Έχει ιδιαίτερη θέση στην ορχήστρα και προσφέρει έναν ποιητικό, μαγευτικό χαρακτήρα σε πολλά έργα.
Τέλος, η κλασική κιθάρα, αν και δεν είναι μέλος της παραδοσιακής συμφωνικής ορχήστρας, αποτελεί βασικό έγχορδο όργανο με πλούσια σόλο και συνοδευτική χρήση. Οι χορδές της παίζονται με τα δάχτυλα και η κιθάρα έχει συνδεθεί με πληθώρα ρεπερτορίων, από αναγεννησιακά και μπαρόκ έργα έως σύγχρονη μουσική.
Η οικογένεια των εγχόρδων συμβάλλει καθοριστικά στην πλούσια ηχοχρωματική παλέτα της κλασικής μουσικής, προσφέροντας βάθος, αρμονία, μελωδία και έντονη εκφραστικότητα.